Τρίτη 21 Απριλίου 2020

Το απόλυτο βιβλίο- Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά

Στην αρχή δίσταζα να γράψω σκέψεις για το συγκεκριμένο βιβλίο. Η εντύπωση που μου άφησε είναι τόσο τεράστια που το θεωρούσα κάπως αδίκημα να προσπαθήσω να μεταφέρω έστω και σε έναν ελάχιστο βαθμό τις ιδέες αυτού του έργου γιατί δεν θα μπορούσα να τις μεταδώσω έτσι όπως τις ένιωσα. (Ίσως να φταίει και η καραντίνα) τελικά αποφάσισα να κάνω μια προσπάθεια.

Πώς να ξεκινήσω; Αρχικά να πω ότι δεν είχα ξαναδιαβάσει ποτέ Καζαντζάκη αν και πάντα άκουγα να μνημονεύεται για τα αριστουργηματικά έργα του. Με λίγη δόση τύχης χωρίς να το επιδιώξω αποκτώ τον Zorba the Greek στα αγγλικά. Σίγουρα το γεγονός ότι δεν το διάβασα στην πρωτότυπη γλώσσα δεν με βοήθησε να αντιληφθώ την γραφή του Καζαντζάκη που τόσο εκθειάζεται. Παρόλα αυτά τα ερεθίσματα του βιβλίου ήταν εκεί, δεν χάθηκαν στην μετάφραση και ακόμα με την αγγλική γραφή αντιλήφθηκα το μεγαλείο του Ζορμπά.

Ήξερες ότι... ο Νίκος Καζαντζάκης και ο Αλέξης Ζορμπάς γνωρίστηκαν ...

Η πλοκή δεν είναι κάτι συγκεκριμένο. Ο Καζαντζάκης δεν μένει στην πλοκή αλλά σκοπός του είναι να ψυχογραφεί τους πρωταγωνιστές, να δημιουργεί προσωπικότητες και να εκφέρει τις κοσμοθεωρίες του. Αφετηρία για όλα αυτά στέκεται η γνωριμία 2 εντελώς αντίθετων χαρακτήρων. Ο ένας ο στοχαστής, ο φιλόσοφος, ο μορφωμένος αλλά και πρακτικά αδρανής και ο άλλος ο Ζορμπάς ο απαίδευτος, ο αγροίκος κάποιες φορές, αλλά εκείνος που χαίρεται και γεύεται την ζωή. Οι 2 διαφορετικοί αυτοί κόσμοι ενώνονται και συνδέονται με βαθιά φιλία και αγάπη καθώς εγκαθίστανται σε ένα χωριό της Κρήτης. Εκεί ο συγγραφέας αποφασίζει να εκμεταλλευτεί ένα εγκατελελειμμένο ορυχείο που έχει κληρονομήσει από τον πατέρα του προκείμενου να ξεφύγει από την θεωρητική του αδράνεια. Η φιλία του όμως με τον Ζορμπά του προσφέρει πολλά παραπάνω από αυτό το ορυχείο το οποίο αποτελεί μόνο την αφορμή για να εξερευνήσουμε την ζωή των 2 πρωταγωνιστών αλλά και των υπόλοιπων χαρακτήρων του χωριού.

Τι Ελλάδα, τι Χόλιγουντ! Αυτό το καλοκαίρι, ανακάλυψε το σταρ μέσα ...

Το μυθιστόρημα γράφτηκε μέσα στην Κατοχή και από τότε ο Αλέξης Ζορμπάς έχει αναχθεί σε μια από τις πιο εμβληματικές μορφές της σύγχρονης πεζογραφίας. Ο Ζορμπάς αναπαριστά τον διονυσιακό άνθρωπο, το μεσογειακό πάθος, την ίδια την ζωή! Τον άνθρωπο ο οποίος δεν αφήνει τίποτα να πάει χαμένο, που γεύεται την κάθε στιγμή, ρουφάει την ζωή και την ζει στο έπακρο. Είναι ο αγροίκος που ξυπνά και κινητοποιεί τον "μονόχνοτο" ,συγνώμη για την έκφραση, συγγραφέα. Ο τελευταίος γράφει στοχαστικές και θεωρητικές ιδέες στα βιβλία του. Ο Ζορμπάς δεν έχει ανάγκη από αυτές τις θεωρητικούρες, οι προσωπικές του εμπειρίες είναι πολύ πιο πάνω από τα στοχάσματα του συγγραφέα. Γιατί τα παραδείγματα και οι ιστορίες του Ζορμπά διατυπωμένες με την πρωτόγονη ματιά του αποτελούν μεγαλύτερα διδάγματα από τις ιδέες ενός "πολιτισμένου" συγγραφέα. Γιατί για τον Ζορμπά τα συναισθήματά του και η κοσμοθεωρία του δεν μπορούν και δεν πρέπει να διατυπωθούν με λέξεις αλλά μόνο με τον χορό. Αυτό που τους δένει και παραμένουν στενοί φίλοι όμως είναι ότι και οι 2 είναι περίεργοι για την ζωή και τα μυστήρια της έστω και με διαφορετικό τρόπο. Ο Ζορμπάς είναι εκεί για να θυμίζει στον συγγραφέα τις χαρές και τα όμορφα πάθη και ένστικτα της ζωής και να βρει την ελευθερία του. Ο Ζορμπάς ακολουθεί έναν δικό του κώδικα ηθικής όπου δεν υπάρχει σωστό και λάθος, έναν κώδικα όμως που σέβεται τον αδύναμο αλλά και με ιδιαίτερη αδυναμία στον έρωτα. Αν θα μπορούσε να συνοψιστεί η Ζορμπίσια κοσμοθεωρία σε ορισμένες λέξεις κλειδιά έτσι όπως το εξέλαβα εγώ τουλάχιστον θα ήταν η φιλία, ο έρωτας, η μουσική, ο χορός - εμπειρίες!

Διαβάζοντας» την ταινία «Ζορμπάς»-Την Παρασκευή από το ΠΙΟΠ ...

Όταν εκδόθηκε ο Ζορμπάς έλαβε διθυραμβικές κριτικές από το εξωτερικό. Πολλοί θεώρησαν ότι οι 2 πρωταγωνιστές αναπαριστούν την παιδευμένη Δύση σε αντιδιαστολή με την λαϊκή, αγροτική και συνάμα αυθεντική ταλαιπωρημένη Ελλάδα. Ουσιαστικά όμως πρόκειται για τις 2 αντικρουόμενες όψεις του ίδιου του Καζαντζάκη. Ενός Καζαντζάκη που συνάντησε στα αλήθεια τον Ζορμπά (Γιώργο το μικρό του όνομα) και όπως είπε και ο ίδιος ήταν ο ένας από τους 4 ανθρώπους που τον επηρέασαν βαθιά στην ζωή του. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει "ο Ζορμπάς, μ’ έμαθε ν’ αγαπώ τη ζωή και να μη φοβούμαι το θάνατο".

Όπως ήταν επόμενο κυκλοφόρησε το 1964 και η κινηματογραφική μεταφορά του Ζορμπά σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη και στον ρόλο του Ζορμπά ο Άντονι Κουίν. Μετά την ανάγνωση του βιβλίου ανυπομονούσα να δω και την ταινία. Είναι λογικό η ταινία να μην μπορέσει να εμφυσήσει όλα αυτά τα νοήματα και συναισθήματα που σου γεννάει το βιβλίο καθώς ορισμένα τα πέρασε αρκετά επιφανειακά και είναι απολύτως φυσιολογικό. Όμως η ταινία καταφέρνει και απογειώνεται χάρη αρχικά στην εκπληκτική ερμηνεία του Άντονι Κουίν σε όλο το έργο που μεταφέρει όλο το μεσογειακό πάθος του Ζορμπά. Η ωραιότερη σκηνή στην ιστορία του κινηματογράφου είναι τα τελευταία λεπτά της ταινίας όπου συμπυκνώνεται όλο το νόημα της Ζορμπίσιας κοσμοθεωρίας μέσα από τις καλύτερες μουσικές που γράφτηκαν πότε. Το συρτάκι από τον Μίκη Θεοδωράκη. Ο Ζορμπάς χορεύει και παρασέρνει μαζί του επιτέλους και τον συγγραφέα όπου αποφασίζει να απελευθερωθεί. Ανοίγει τα χέρια του και κοιτάζει προς τον ουρανό, ναι είναι το απαύγασμα της ταινίας! Μετά από τον Ζορμπά το συρτάκι για μένα αποκτά μια άλλη διάσταση, αναπαριστά μια αντίληψη του κόσμου.

Όταν ο "Ζορμπάς" χόρευε στην Κρήτη και ξεσήκωνε τον πλανήτη - Το ...
Η προσωποποίηση της Ζορμπίσιας κοσμοθεωρίας

Ειδικά στις μέρες μας που έχουμε μπλεχτεί σε έναν φαύλο κύκλο θεωρητικής αδράνειας ας γίνουμε λίγο παραπάνω Ζορμπάς!

"Ευτυχισμένος ο άνθρωπος που πριν πεθάνει, έχει την τύχη να ταξιδέψει στο Αιγαίο" .

"Μη γελάς, αφεντικό! Αν μια γυναίκα κοιμάται μοναχή, εμείς, όλοι οι άντρες, φταίμε. Όλοι θα χουμε την άλλη μέρα, στην κρίση του Θεού, να δώσουμε λόγο. Ο Θεός όλες τις αμαρτίες τις συχωρνάει, είπαμε, κρατάει σφουγγάρι· ετούτη όμως δεν τη συχωρνάει. Αλίμονο στον άντρα, αφεντικό, που μπορούσε να κοιμηθεί με γυναίκα και δεν το καμε· αλίμονο στη γυναίκα που μπορούσε να κοιμηθεί με άντρα και δεν το 'καμε''.

"Ευτύς ως έσμιξαν οι ματιές μας, θαρρείς και βεβαιώθηκε πως εγώ ήμουν αυτός που ζητούσε, κι άπλωσε το χέρι αποφασιστικά κι άνοιξε την πόρτα. Πέρασε ανάμεσα από τα τραπέζια, με γοργό ελαστικό περπάτημα, κι ήρθε και στάθηκε από πάνω μου.
– Ταξίδι;, με ρώτησε. Για πού, με το καλό;
– Για την Κρήτη. Γιατί ρωτάς;
– Με παίρνεις μαζί σου;
Τον κοίταξα με προσοχή. Βουλιαγμένα μάγουλα, χοντρή μασέλα, εξογκωμένα ζυγωματικά*, ψαρά* κατσαρωμένα μαλλιά, μάτια που σπίθιζαν*.
– Γιατί; τι να σε κάμω;
Σήκωσε τους ώμους.
– Γιατί! Γιατί!, έκαμε με περιφρόνηση. Δε μπορεί -τέλος πάντων- ο άνθρωπος να κάμει κάτι, και χωρίς γιατί; Έτσι, για το κέφι του. Να, πάρε με, ας πούμε, μάγερα· ξέρω και φτιάνω κάτι σούπες!".